Δημοσιεύθηκε ο νέος νόμος (ν.4738/2020) «Ρύθμισης οφειλών και παροχής δεύτερης ευκαιρίας», ο οποίος δίνει τη δυνατότητα σε νοικοκυριά και επιχειρήσεις να διευθετήσουν όλες τις οφειλές τους, προς Δημόσιο, ασφαλιστικά ταμεία, τράπεζες, διαχειριστές δανείων και λοιπούς ιδιώτες πιστωτές και εφαρμόζεται σε εναρμόνιση με την Ευρωπαϊκή Οδηγία 1023/2019.
Η ρύθμιση οφειλών μπορεί να γίνει μέσω της ηλεκτρονικής πλατφόρμας του εξωδικαστικού μηχανισμού ρύθμισης οφειλών ή μέσω της διαδικασίας της εξυγίανσης επιχειρήσεων. Κατά τις διαπραγματεύσεις με τους ιδιώτες πιστωτές οι οφειλέτες δύνανται να αξιοποιήσουν τη διαμεσολάβηση, με σκοπό να υποστηριχθούν κατά τη διαδικασία σύνταξης ενός πλάνου ρύθμισης και αποπληρωμής οφειλών.
Ο Εξωδικαστικός Μηχανισμός Ρύθμισης Οφειλών, η έναρξη του οποίου πραγματοποιήθηκε την 1η Ιουνίου, αποτελεί εξωδικαστική διαδικασία ρύθμισης χρηματικών οφειλών προς χρηματοδοτικούς φορείς, Δημόσιο και Φορείς Κοινωνικής Ασφάλισης. Ειδικά για την αποπληρωμή οφειλών προς το Δημόσιο και τους Φορείς Κοινωνικής Ασφάλισης, τίθεται ως ανώτατο όριο δόσεων της ρύθμισης, οι διακόσιες σαράντα (240) δόσεις. Ο νόμος δίνει τη δυνατότητα ελεύθερης διαμόρφωσης της ρύθμισης των οφειλών προς χρηματοδοτικούς φορείς, χωρίς να τίθεται όριο στον αριθμό των δόσεων της ρύθμισης. Η αίτηση για την εξωδικαστική ρύθμιση οφειλών υποβάλλεται από τον οφειλέτη μέσω της ηλεκτρονικής πλατφόρμας εξωδικαστικού μηχανισμού ρύθμισης οφειλών.
Με τη ρύθμιση όλων των οφειλών, επιτυγχάνονται τα ακόλουθα:
1ον. Αναστολή των διαδικασιών αναγκαστικής εκτέλεσης, όπως διαταγές πληρωμής, κατασχέσεις τραπεζικών λογαριασμών, καθώς και δεσμεύσεις και πλειστηριασμοί στην κινητή και ακίνητη περιουσία του οφειλέτη, συμπεριλαμβανομένης της 1ης κατοικίας, καθώς και της επαγγελματικής στέγης.
2ον. Αποπληρωμή των οφειλών προς το Δημόσιο (ΑΑΔΕ, ΟΤΑ κ.λπ.) και τους Φορείς Κοινωνικής Ασφάλισης (ΕΦΚΑ, ΚΕΑΟ κ.λπ.) σε χρονικό διάστημα έως 20 ετών. Για πρώτη φορά στην Ελλάδα παρέχεται αποπληρωμή σε έως 240 δόσεις, δηλαδή σε διπλάσιο αριθμό δόσεων από ό,τι προβλεπόταν μέχρι σήμερα. Αριθμός που μπορεί να φθάσει έως τις 420 δόσεις, για οφειλές προς χρηματοπιστωτικά ιδρύματα.
3ον. Διαγραφή μέρους της οφειλής, υπό τις προϋποθέσεις και τα κριτήρια που καθορίζονται από το ισχύον θεσμικό πλαίσιο.
ΘΕΣΜΙΚΟ ΠΛΑΙΣΙΟ (άρθρα 5-30 Ν. 4738/2020)
ΜΕΡΟΣ ΔΕΥΤΕΡΟ
ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΕΣ ΠΡΟΛΗΨΗΣ ΑΦΕΡΕΓΓΥΟΤΗΤΑΣ
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Α΄
ΕΞΩΔΙΚΑΣΤΙΚΟΣ ΜΗΧΑΝΙΣΜΟΣ ΡΥΘΜΙΣΗΣ ΟΦΕΙΛΩΝ
Άρθρο 5
Σκοπός
1. Οι διατάξεις του παρόντος Κεφαλαίου ρυθμίζουν θέματα εξωδικαστικής ρύθμισης χρηματικών οφειλών προς χρηματοδοτικούς φορείς, το Δημόσιο και Φορείς Κοινωνικής Ασφάλισης. Ο εξωδικαστικός μηχανισμός αποσκοπεί να παρέχει στους συμμετέχοντες πιστωτές λειτουργικό περιβάλλον διαμόρφωσης προτάσεων ρύθμισης των οφειλών του οφειλέτη και αποφυγής του κινδύνου αφερεγγυότητάς του, έπειτα από αίτηση του οφειλέτη ή έπειτα από δική τους πρωτοβουλία.
2. Οι χρηματοδοτικοί φορείς διατηρούν διακριτική ευχέρεια ως προς την υποβολή πρότασης ρύθμισης οφειλών και ως προς το περιεχόμενό της και δεν υποχρεούνται να υποβάλουν προτάσεις σε όλες τις περιπτώσεις που τους απευθύνεται αίτηση. Αποτελέσματα ως προς το σύνολο των χρηματοδοτικών φορέων και, υπό τις προϋποθέσεις του παρόντος, ως προς το Δημόσιο και τους Φορείς Κοινωνικής Ασφάλισης, παράγονται εντούτοις, εφόσον η πλειοψηφία των χρηματοδοτικών φορέων αποδέχεται την αίτηση και συναινεί στη διατύπωση συγκεκριμένης πρότασης ρύθμισης οφειλών.
Άρθρο 6
Ορισμοί
1. Για τις ανάγκες του παρόντος κεφαλαίου ισχύουν οι ακόλουθοι ορισμοί:
α) Ως «αίτηση» νοείται η αίτηση του άρθρου 8.
β) Ως «ασκών επιχειρηματική δραστηριότητα» νοείται κάθε φυσικό ή νομικό πρόσωπο που ασκεί δραστηριότητα που υπόκειται στις διατάξεις των άρθρων 21 ή 47 του ν. 4172/2013.
γ) Ως «χρηματοδοτικός φορέας» νοούνται:
γα) τα πιστωτικά ή χρηματοδοτικά ιδρύματα, μεταξύ των οποίων και εκείνα που τελούν υπό ειδική εκκαθάριση,
γβ) οι εταιρείες χρηματοδοτικής μίσθωσης,
γγ) οι εταιρείες πρακτορείας επιχειρηματικών απαιτήσεων,
γδ) οι εταιρείες διαχείρισης απαιτήσεων από δάνεια και πιστώσεις του άρθρου 1 του ν. 4354/2015 (Α΄ 176), ενεργώντας για λογαριασμό προσώπων που έχουν αποκτήσει δάνεια και πιστώσεις του άρθρου 1 του ν. 4354/2015, εφόσον τελούν υπό την εποπτεία της Τράπεζας της Ελλάδος ή του Ενιαίου Εποπτικού Μηχανισμού, καθώς και
γε) τα νομικά πρόσωπα που αποκτούν απαιτήσεις προς τιτλοποίηση.
δ) Ως «πιστωτές» νοούνται οι χρηματοδοτικοί φορείς, το Δημόσιο και οι Φορείς Κοινωνικής Ασφάλισης, που έχουν χρηματικές απαιτήσεις κατά του οφειλέτη.
ε) Ως «πλειοψηφία συμμετεχόντων πιστωτών» νοείται το ποσοστό εξήντα τοις εκατό (60%) επί του συνόλου των απαιτήσεων των χρηματοδοτικών φορέων, οι οποίοι συμμετέχουν ως πιστωτές.
στ) Ως «ποσοστό συμμετεχόντων πιστωτών με ειδικό προνόμιο» νοείται το ποσοστό σαράντα τοις εκατό (40%) επί του συνόλου των απαιτήσεων των χρηματοδοτικών φορέων που εξασφαλίζονται με υποθήκη, προσημείωση υποθήκης, ενέχυρο ή άλλο ειδικό προνόμιο του άρθρου 976 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας, οι οποίοι συμμετέχουν ως πιστωτές.
ζ) Ως «σύμβαση αναδιάρθρωσης» νοείται η δικαιοπραξία που καταρτίζεται μεταξύ του οφειλέτη και των συναινούντων πιστωτών, στο πλαίσιο εφαρμογής των διατάξεων του παρόντος κεφαλαίου και έχει ως αντικείμενο την αναδιάρθρωση των οφειλών του οφειλέτη.
η) Ως «σύζυγος» νοείται και ο αντισυμβαλλόμενος σε σύμφωνο συμβίωσης του ν. 4356/2015 (Α΄ 181) ή του ν. 3719/2008 (Α΄ 241).
θ) Ως «Ηλεκτρονική Πλατφόρμα Εξωδικαστικής Ρύθμισης Οφειλών» ή «ηλεκτρονική πλατφόρμα» νοείται η ηλεκτρονική πλατφόρμα του άρθρου 29.
ι) Ως «συμμετέχων πιστωτής» νοείται κάθε πιστωτής που έχει συμβληθεί στη σύμβαση συμμετοχής στη διαδικασία εξωδικαστικής ρύθμισης μέσω της ηλεκτρονικής πλατφόρμας, σύμφωνα με το άρθρο 71. Το Δημόσιο και οι Φορείς Κοινωνικής Ασφάλισης συμμετέχουν αυτοδικαίως στη διαδικασία εξωδικαστικής ρύθμισης και καταλαμβάνονται από τον ορισμό του «συμμετέχοντα πιστωτή».
ια) Ως «συναινών πιστωτής» νοείται ο συμμετέχων πιστωτής που συναινεί στην κατάρτιση της σύμβασης αναδιάρθρωσης.
ιβ) Ως «πρόσωπα συνδεδεμένα με τον οφειλέτη» νοούνται:
ιβα) όταν ο οφειλέτης είναι φυσικό πρόσωπο, οι σύζυγοι ή συμβίοι, οι συγγενείς εξ αίματος ή εξ αγχιστείας μέχρι δευτέρου βαθμού, καθώς και τα νομικά πρόσωπα που ελέγχονται από τον οφειλέτη,
ιββ) όταν ο οφειλέτης είναι νομικό πρόσωπο, τα φυσικά ή νομικά πρόσωπα που ελέγχουν το νομικό πρόσωπο του οφειλέτη, καθώς και οι σύζυγοι ή συμβίοι και οι συγγενείς εξ αίματος ή εξ αγχιστείας μέχρι του δευτέρου βαθμού των ανωτέρω φυσικών προσώπων. Επίσης, τα νομικά πρόσωπα που ελέγχονται από τον οφειλέτη. Ένα φυσικό ή νομικό πρόσωπο θεωρείται ότι ασκεί έλεγχο όταν συντρέχει μία από τις περιπτώσεις του άρθρου 32 του ν. 4308/2014 (Α΄ 251).
ιγ) Ως «καταλαμβανόμενος πιστωτής» νοείται το πρόσωπο και ο φορέας που δεσμεύονται από σύμβαση αναδιάρθρωσης οφειλών.
ιδ) Ως «οφειλές προς το Δημόσιο» νοούνται οι βεβαιωμένες απαιτήσεις του Δημοσίου, σύμφωνα με τις διατάξεις του ν.δ. 356/1974 (Α΄ 90), του ν. 4174/2013 (Α΄ 170) και του ν. 2960/2001 (Α΄ 265), συμπεριλαμβανομένων προσαυξήσεων, προστίμων και τόκων εκπρόθεσμης καταβολής, κατά τον χρόνο υποβολής της αίτησης της παρ. 1 του άρθρου 8.
ιε) Ως «οφειλές προς χρηματοδοτικό φορέα» νοούνται οι οφειλές του οφειλέτη προς χρηματοδοτικούς φορείς από κάθε αιτία, στο ύψος που διαμορφώνονται κατά τον χρόνο υποβολής της αίτησης της παρ. 1 του άρθρου 8.
ιστ) Ως «οφειλές υπέρ τρίτων» νοούνται οι βεβαιωμένες οφειλές υπέρ τρίτων πιστωτών, οι οποίες βεβαιώνονται και εισπράττονται από τη Φορολογική Διοίκηση, σύμφωνα με τις διατάξεις του ν.δ. 356/1974, συμπεριλαμβανομένων προσαυξήσεων ή τόκων εκπρόθεσμης καταβολής, κατά τον χρόνο υποβολής της αίτησης της παρ. 1 του άρθρου 8.
ιζ) Ως «οφειλές προς τους Φορείς Κοινωνικής Ασφάλισης» νοούνται οι απαιτήσεις των Φορέων Κοινωνικής Ασφάλισης, οι οποίες βεβαιώνονται, συμπεριλαμβανομένων προσαυξήσεων, προστίμων και τόκων εκπρόθεσμης καταβολής, κατά τον χρόνο υποβολής της αίτησης της παρ. 1 του άρθρου 8.
ιη) Στην έννοια των «οφειλών» συμπεριλαμβάνονται και οι οφειλές νομικών ή φυσικών προσώπων που προήλθαν από διαδοχή επιχειρήσεων, σύμφωνα με το άρθρο 479 του Αστικού Κώδικα ή ως συνέπεια καθολικής διαδοχής.
2. Για τις ανάγκες του άρθρου 21 του παρόντος Κεφαλαίου ως προς οφειλές προς το Δημόσιο, ισχύουν οι ακόλουθοι ορισμοί:
α. Ως «βασική οφειλή» νοείται το ποσό της οφειλής που αρχικά βεβαιώθηκε, χωρίς τους τόκους ή τις προσαυξήσεις εκπρόθεσμης καταβολής που την επιβαρύνουν σύμφωνα με τον Κώδικα Φορολογικής Διαδικασίας (ν. 4174/2013), τον Εθνικό Τελωνειακό Κώδικα
(ν. 2960/2001) ή τον Κ.Ε.Δ.Ε. (ν.δ. 356/1974), όπως το ποσό αυτό έχει διαμορφωθεί από τον χρόνο καταχώρισης της οφειλής στα βιβλία εισπρακτέων εσόδων έως την υποβολή της αίτησης του άρθρου, μετά από τυχόν καταβολές, συμψηφισμό, αναγκαστική είσπραξη ή διαγραφή βάσει νόμιμου τίτλου.
β. Ως «διαγραφή» νοείται η διαγραφή βασικής οφειλής, τόκων, προσαυξήσεων ή προστίμων εκπρόθεσμης καταβολής.
γ. Ως «προσαυξήσεις» ή «τόκοι εκπρόθεσμης καταβολής» νοούνται οι προσαυξήσεις ή τόκοι εκπρόθεσμης καταβολής κατά τα άρθρα 53 του Κώδικα Φορολογικής Διαδικασίας και 6 του Κ.Ε.Δ.Ε., όπως τα ποσά αυτά έχουν διαμορφωθεί την ημερομηνία υποβολής της αίτησης για υπαγωγή στις διατάξεις του παρόντος.
δ. Το Δημόσιο εκπροσωπείται στην εξωδικαστική ρύθμιση οφειλών από την Ανεξάρτητη Αρχή Δημοσίων Εσόδων (Α.Α.Δ.Ε.).
3. Για τις ανάγκες του άρθρου 21 του παρόντος Κεφαλαίου ως προς οφειλές προς τους Φορείς Κοινωνικής Ασφάλισης ισχύουν οι ακόλουθοι ορισμοί:
α. Ως «βασική οφειλή» νοείται το ποσό της οφειλής που αρχικά βεβαιώθηκε, χωρίς τους τόκους ή τις προσαυξήσεις εκπρόθεσμης καταβολής που την επιβαρύνουν σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις, όπως αυτό έχει διαμορφωθεί από τον χρόνο κατά τον οποίο η οφειλή κατέστη ληξιπρόθεσμη έως την υποβολή της αίτησης, ύστερα από τυχόν καταβολές, συμψηφισμό, αναγκαστική είσπραξη ή διαγραφή βάσει νόμιμου τίτλου.
β. Ως «διαγραφή» νοείται η διαγραφή βασικής οφειλής, τόκων, προσαυξήσεων ή προστίμων εκπρόθεσμης καταβολής.
γ. Ως «προσαυξήσεις» ή «τόκοι εκπρόθεσμης καταβολής» νοούνται οι προσαυξήσεις εκπρόθεσμης καταβολής ή τόκοι εκπρόθεσμης καταβολής σύμφωνα με το άρθρο πρώτο παρ. ΙΑ΄ υποπαρ. ΙΑ΄.2 περ. 11 του ν. 4152/2013, όπως έχει τροποποιηθεί με την παρ. 4 του άρθρου 2 του ν. 4158/2013, και το άρθρο 6 του Κ.Ε.Δ.Ε., όπως τα ποσά των προσαυξήσεων ή τόκων εκπρόθεσμης καταβολής έχουν διαμορφωθεί την ημερομηνία υποβολής της αίτησης για υπαγωγή στις διατάξεις του παρόντος.
δ. Οι Φορείς Κοινωνικής Ασφάλισης εκπροσωπούνται στην εξωδικαστική ρύθμιση οφειλών από το Κέντρο Είσπραξης Ασφαλιστικών Οφειλών (Κ.Ε.Α.Ο.) του άρθρου 101 του ν. 4172/2013 (Α΄ 167).
Άρθρο 7
Πεδίο εφαρμογής
1. Κάθε φυσικό ή νομικό πρόσωπο με πτωχευτική ικανότητα μπορεί να υποβάλει αίτηση για εξωδικαστική ρύθμιση οφειλών.
2. Από το πεδίο εφαρμογής της παρ. 1 εξαιρούνται:
α) οι πάροχοι επενδυτικών υπηρεσιών και τα υποκαταστήματα αλλοδαπών παρόχων επενδυτικών υπηρεσιών που λειτουργούν στην Ελλάδα,
β) οι Οργανισμοί Συλλογικών Επενδύσεων σε Κινητές Αξίες (ΟΣΕΚΑ) και οι Οργανισμοί Εναλλακτικών Επενδύσεων (ΟΕΕ), καθώς και οι διαχειριστές τους,
γ) τα πιστωτικά και χρηματοδοτικά ιδρύματα, καθώς και τα υποκαταστήματα αλλοδαπών πιστωτικών ή χρηματοδοτικών ιδρυμάτων που λειτουργούν στην Ελλάδα,
δ) οι ασφαλιστικές ή αντασφαλιστικές επιχειρήσεις.
3. Η υποβολή αίτησης για υπαγωγή στη διαδικασία εξωδικαστικής ρύθμισης οφειλών δεν επιτρέπεται εφόσον:
α) ενενήντα τουλάχιστον τοις εκατό (90%) των συνολικών οφειλών του προσώπου της παρ. 1 σε χρηματοδοτικούς φορείς, στο Δημόσιο και στους Φορείς Κοινωνικής Ασφάλισης οφείλεται σε έναν χρηματοδοτικό φορέα ή το σύνολο των οφειλών του προς τα πρόσωπα αυτά δεν υπερβαίνει το ποσό των δέκα χιλιάδων (10.000) ευρώ,
β) το πρόσωπο της παρ. 1 έχει υποβάλει αίτηση ενώπιον του αρμόδιου δικαστηρίου για την επικύρωση συμφωνίας εξυγίανσης ή για την κήρυξή του σε πτώχευση ή για υπαγωγή στη διαδικασία του ν. 3588/2007 (Α΄ 153) ή του ν. 3869/2010 (Α΄ 130) ή του ν. 4605/2019 (Α΄ 52) ή του ν. 4469/2017 (Α΄ 62), εκτός εάν έχει υπάρξει έγκυρη παραίτησή του από τις εν λόγω διαδικασίες, μέχρι την ημερομηνία υποβολής της αίτησης για υπαγωγή στη διαδικασία εξωδικαστικής ρύθμισης οφειλών,
γ) το πρόσωπο της παρ. 1 έχει τεθεί σε λύση ή εκκαθάριση,
δ) έχει εκδοθεί οριστική απόφαση υπαγωγής σε μία από τις αναφερόμενες στην περ. β΄ διαδικασίες ή στη διαδικασία του άρθρου 68 του ν. 4307/2015, ή έχει συζητηθεί ενώπιον του αρμόδιου δικαστηρίου η αίτηση υπαγωγής του στις παραπάνω διαδικασίες και εκκρεμεί η έκδοση δικαστικής απόφασης ή δεν έχουν παρέλθει δεκαπέντε (15) τουλάχιστον μήνες από την απόφαση υπαγωγής ή δεν έχουν παρέλθει τουλάχιστον δώδεκα (12) μήνες από την με οποιοδήποτε τρόπο ολοκλήρωση διαδικασίας του παρόντος Κεφαλαίου Α΄ ή
ε) εα) οιοδήποτε φυσικό πρόσωπο, καθώς και κάθε πρόσωπο εντεταλμένο στη διαχείριση νομικού προσώπου από τον νόμο ή από ιδιωτική βούληση ή με δικαστική απόφαση, και ιδίως αυτό που φέρει την ιδιότητα του προέδρου ή του διευθύνοντος συμβούλου ή του διαχειριστή ή του εταίρου, έχει καταδικαστεί με αμετάκλητη απόφαση για ένα από τα ακόλουθα αδικήματα:
i) φοροδιαφυγή,
ii) νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες, υπεξαίρεση, εκβίαση, πλαστογραφία, δωροδοκία, δωροληψία, λαθρεμπορία, καταδολίευση δανειστών, χρεοκοπία, ή απάτη, σε βαθμό κακουργήματος. Στην περίπτωση της απάτης, αν ο παθών είναι το Δημόσιο ή Φορέας Κοινωνικής Ασφάλισης, αρκεί η καταδίκη σε βαθμό πλημμελήματος,
εβ) ειδικά επί νομικών προσώπων, η ποινική καταδίκη των προσώπων της υποπερ. εα΄ πρέπει να αφορά αξιόποινη πράξη που τελέστηκε στο πλαίσιο της δραστηριότητας του νομικού προσώπου που αιτείται την ένταξή του στη διαδικασία εξωδικαστικής ρύθμισης οφειλών,
στ) ο οφειλέτης, ο οποίος έχει εξυπηρετούμενες ή ενήμερες οφειλές προς το σύνολο των πιστωτών του, δεν επικαλείται γεγονότα από τα οποία να προκύπτει η επιδείνωση της οικονομικής του κατάστασης σε ποσοστό είκοσι τουλάχιστον τοις εκατό (20%). Η επιδείνωση της παρούσας μπορεί να οφείλεται είτε στη μείωση των εισοδημάτων του είτε στην αύξηση των δαπανών του.
4. Στο πεδίο εφαρμογής του παρόντος δεν υπάγονται απαιτήσεις από ανακτήσεις κρατικών ενισχύσεων λόγω παραβίασης της Συνθήκης για τη Λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΣΛΕΕ), σύμφωνα με την παρ. 6 του άρθρου 3 του ν.δ. 356/1974 (Α΄ 90), οφειλές από τελωνειακούς δασμούς της Ευρωπαϊκής Ένωσης που αποτελούν έσοδό της και αποδίδονται στον ευρωπαϊκό προϋπολογισμό, οφειλές προς αλλοδαπό Δημόσιο, καθώς και οφειλές υπέρ τρίτων.
Άρθρο 8
Αίτηση οφειλέτη και πρόσκληση πιστωτή για την εξωδικαστική ρύθμιση οφειλών
1. Η αίτηση για την εξωδικαστική ρύθμιση οφειλών υποβάλλεται από τον οφειλέτη ηλεκτρονικά στην Ειδική Γραμματεία Διαχείρισης Ιδιωτικού Χρέους (Ε.Γ.Δ.Ι.Χ.) με τη χρήση της Ηλεκτρονικής Πλατφόρμας Εξωδικαστικής Ρύθμισης Οφειλών του άρθρου 29. Τα δεδομένα του οφειλέτη τηρούνται στη βάση δεδομένων της Ε.Γ.Δ.Ι.Χ. για τρία (3) χρόνια από τη λήξη της εκτέλεσης της σύμβασης αναδιάρθρωσης. Αν η αίτηση του οφειλέτη δεν καταλήξει σε σύμβαση αναδιάρθρωσης, τα δεδομένα του διαγράφονται από το ηλεκτρονικό αρχείο της Ε.Γ.Δ.Ι.Χ. τρία (3) χρόνια μετά την υποβολή τους. Η Ε.Γ.Δ.Ι.Χ. ορίζεται ως υπεύθυνος και ως εκτελών την τήρηση και την επεξεργασία των ανωτέρω δεδομένων σύμφωνα με τον Κανονισμό (ΕΕ) 2016/679 για την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και για την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών και την κατάργηση της οδηγίας 95/46/ΕΚ (Γενικός Κανονισμός για την Προστασία Δεδομένων).
2. Το Δημόσιο, οι Φορείς Κοινωνικής Ασφάλισης ή οι χρηματοδοτικοί φορείς μπορούν ως πιστωτές να κινήσουν τη διαδικασία εξωδικαστικής ρύθμισης οφειλών κοινοποιώντας στον οφειλέτη με ηλεκτρονική επιστολή ή με δικαστικό επιμελητή ή με συστημένη επιστολή ή με ισοδύναμου τύπου ταχυδρομική επιστολή ή αυτοπρόσωπη παράδοση, εφόσον διασφαλίζονται με ισοδύναμο τρόπο η επιβεβαίωση αποστολής, παραλαβής και εμπιστευτικότητας, πρόσκληση για την εξωδικαστική αναδιάρθρωση των οφειλών του θέτοντας προθεσμία για την υποβολή της αίτησης της παρ. 1 έως 45 ημερολογιακές ημέρες. Η πρόσκληση του προηγούμενου εδαφίου κοινοποιείται με επιμέλεια του πιστωτή και στην Ε.Γ.Δ.Ι.Χ. Η μη υποβολή αίτησης από τον οφειλέτη εντός της ανωτέρω προθεσμίας συνεπάγεται την αυτοδίκαιη περάτωση της διαδικασίας και αξιολογείται σε περίπτωση μεταγενέστερης υποβολής αίτησης του παρόντος άρθρου από τον οφειλέτη.
3. Η υποβολή πρόσκλησης της παρ. 2 ανήκει στη διακριτική ευχέρεια κάθε φορέα.
Άρθρο 9
Βασικό περιεχόμενο της αίτησης του οφειλέτη
Η αίτηση οφειλέτη για εξωδικαστική ρύθμιση των οφειλών του περιέχει υποχρεωτικά τα εξής:
α. πλήρη στοιχεία του οφειλέτη (ονοματεπώνυμο/επωνυμία, διεύθυνση, Α.Φ.Μ., ΚΑΔ, εφόσον ασκεί επιχειρηματική δραστηριότητα ή είναι νομικό πρόσωπο, τηλέφωνο, ηλεκτρονική διεύθυνση), αναφορά στον κύκλο εργασιών του ή το εισόδημά του κατά το τελευταίο οικονομικό έτος πριν από την υποβολή της αίτησης και στις συνολικές υποχρεώσεις του έναντι των πιστωτών του, περιγραφή της δραστηριότητάς του, της οικονομικής του κατάστασης, των λόγων της οικονομικής του αδυναμίας και των προοπτικών της επιχείρησής του,
β. κατάλογο όλων των προσώπων και φορέων που έχουν απαιτήσεις κατά του οφειλέτη (π.χ. προμηθευτών ή εργαζόμενων) με πλήρη στοιχεία (επωνυμία, διεύθυνση, Α.Φ.Μ., και, εφόσον υπάρχουν, τηλέφωνο και ηλεκτρονική διεύθυνση), των οφειλομένων ποσών ανά πιστωτή και της ημερομηνίας, αναφορικά με την οποία προσδιορίζεται το ύψος της κάθε οφειλής,
γ. κατάλογο των κινητών και ακινήτων περιουσιακών στοιχείων του οφειλέτη στην Ελλάδα και την αλλοδαπή, με αναφορά στην εκτιμώμενη εμπορική αξία των κινητών περιουσιακών στοιχείων, έτσι ώστε να μπορεί να προσδιορισθεί η αξία ρευστοποίησης της περιουσίας του. Η αξία των ακινήτων περιουσιακών στοιχείων προσδιορίζεται βάσει του άρθρου 11,
δ. πλήρη περιγραφή των βαρών και λοιπών εξασφαλίσεων (είδος βάρους ή εξασφάλισης, πιστωτής, ασφαλιζόμενο ποσό, σειρά, δημόσιο βιβλίο) που είναι εγγεγραμμένα επί των περιουσιακών στοιχείων του οφειλέτη,
ε. δήλωση για κάθε μεταβίβαση ή επιβάρυνση περιουσιακού στοιχείου του οφειλέτη που έγινε εντός των τελευταίων πέντε (5) ετών πριν από την υποβολή της αίτησης.
Άρθρο 10
Υποχρεωτικά συνυποβαλλόμενα με την αίτηση του οφειλέτη στοιχεία
1. Εφόσον πρόκειται για οφειλέτη-φυσικό πρόσωπο, υποβάλλονται, επιπλέον των στοιχείων του άρθρου 9, υποχρεωτικά και τα εξής:
α. Πλήρη στοιχεία του συζύγου και των εξαρτώμενων μελών του (ονοματεπώνυμο, Α.Φ.Μ., ΚΑΔ, εφόσον ασκεί επιχειρηματική δραστηριότητα, τηλέφωνο, ηλεκτρονική διεύθυνση).
β. Τα στοιχεία της υποπαρ. γ΄ του άρθρου 9 για τον ή τη σύζυγο ή τον συμβίο ή τη συμβία και τα εξαρτώμενα μέλη.
γ. Στοιχεία για το οικογενειακό εισόδημα του αιτούντος από οποιαδήποτε πηγή και αιτία.
2. Εφόσον πρόκειται για οφειλέτη – νομικό πρόσωπο, υποβάλλονται, επιπλέον των στοιχείων του άρθρου 9, και τα εξής:
α. αναφορά στον κύκλο εργασιών του κατά την τελευταία χρήση πριν από την υποβολή της αίτησης και στις συνολικές υποχρεώσεις του έναντι των πιστωτών του, περιγραφή της δραστηριότητάς του, της οικονομικής του κατάστασης, των λόγων της οικονομικής του αδυναμίας και των προοπτικών της επιχείρησής του,
β. δήλωση για κάθε καταβολή μερίσματος από τον οφειλέτη προς τους μετόχους ή εταίρους ή άλλη συναλλαγή, εκτός των τρεχουσών συναλλαγών της επιχείρησης, που έγινε εντός των τελευταίων δύο (2) ετών πριν από την υποβολή της αίτησης,
γ. στοιχεία κάθε νομικού προσώπου συνδεδεμένου με τον οφειλέτη στη διάρκεια των εξήντα (60) μηνών που προηγούνται της ημερομηνίας υποβολής της αίτησης, καθώς και πλήρη στοιχεία ακινήτων ή άλλων περιουσιακών στοιχείων που τυχόν μεταβιβάστηκαν από τον οφειλέτη σε πρόσωπα συνδεδεμένα με τον οφειλέτη στη διάρκεια των εξήντα (60) μηνών που προηγούνται της ημερομηνίας υποβολής της αίτησης,
δ. κατάλογο των προσώπων που αμείβονται από τον οφειλέτη και τα οποία αποτελούν συνδεδεμένα πρόσωπα με αυτόν, καθώς και ανάλυση των αμοιβών αυτών κατά τα τελευταία δύο (2) έτη πριν από την υποβολή της αίτησης,
ε. χρηματοοικονομικές καταστάσεις του άρθρου 16 του ν. 4308/2014 (Α΄ 251) των τελευταίων πέντε (5) περιόδων, οι οποίες πρέπει να είναι δημοσιευμένες, εφόσον προβλέπεται αντίστοιχη υποχρέωση, και
στ. προσωρινό ισοζύγιο, εντός του τριμήνου που προηγείται της υποβολής, τεταρτοβάθμιων λογαριασμών του αναλυτικού καθολικού της γενικής λογιστικής, εφόσον προβλέπεται η κατάρτισή του.
3. Ο οφειλέτης μπορεί να συνοδεύει την αίτησή του με οποιοδήποτε άλλο έγγραφο, στοιχείο ή πληροφορία, την οποία θεωρεί σημαντική για την επιτυχία της διαδικασίας.
Άρθρο 11
Αξία των ακινήτων της αίτησης
1. Ως αξία των ακινήτων τα οποία δηλώνονται στην αίτηση, και εφόσον αυτά βρίσκονται στην Ελλάδα, λογίζεται η φορολογητέα αξία για τον υπολογισμό του ενιαίου φόρου ιδιοκτησίας ακινήτων (ΕΝ.Φ.Ι.Α.) σύμφωνα με τον ν. 4223/2013 (Α΄ 287), όπως αυτή προκύπτει από την τελευταία πράξη προσδιορισμού φόρου. Για γήπεδα εκτός σχεδίου πόλης και οικισμού, για τα οποία δεν προσδιορίζεται αξία ΕΝ.Φ.Ι.Α., ως αξία ακινήτων λογίζεται η αντικειμενική αξία αυτών, σύμφωνα με το άρθρο 41Α του ν. 1249/1982 (Α΄ 43) και τις ισχύουσες κατ’ εξουσιοδότηση κανονιστικές πράξεις.
2. Ως αξία των ακινήτων που δηλώνονται στην αίτηση και βρίσκονται στην αλλοδαπή, λαμβάνεται υπόψη η εμπορική τους αξία, όπως αυτή προκύπτει από έκθεση εκτιμητή ακινήτων ή, εφόσον υπάρχει, η αντικειμενική τους αξία, την οποία συνυποβάλλει ο οφειλέτης με την αίτησή του.
Άρθρο 12
Άδεια για την επεξεργασία και την κοινοποίηση των στοιχείων που δηλώνονται στην αίτηση
1. Με την αίτηση παρέχεται από τον οφειλέτη άδεια για κοινοποίηση στους συμμετέχοντες πιστωτές, επεξεργασία και διασταύρωση από αυτούς των δεδομένων του, τα οποία περιλαμβάνονται στην αίτηση, των δεδομένων του που προσδιορίζονται στο άρθρο 10, των εγγράφων και στοιχείων που απαιτούνται σύμφωνα με την παρ. 2 του παρόντος άρθρου, όσο και άλλων δεδομένων του που βρίσκονται στην κατοχή των συμμετεχόντων πιστωτών για τους σκοπούς της διαδικασίας εξωδικαστικής ρύθμισης οφειλών. Η άδεια του προηγούμενου εδαφίου συνεπάγεται την άρση του απορρήτου των τραπεζικών καταθέσεων του άρθρου 1 του ν.δ. 1059/1971 (Α΄ 270) και του φορολογικού απορρήτου του άρθρου 17 του ν. 4174/2013 (Α΄ 170). Επίσης, με την αίτηση υπαγωγής παρέχεται από τον οφειλέτη άδεια για κοινοποίηση σε όλους τους συμμετέχοντες πιστωτές, του περιεχομένου και των συνοδευτικών και υποστηρικτικών στοιχείων και εγγράφων της αίτησης.
2. α) Ειδικότερα, η άδεια της παρ. 1 καταλαμβάνει και τα εξής κατά περίπτωση, στοιχεία και έγγραφα:
αα. δήλωση εισοδήματος φυσικών προσώπων (E.1) ή δήλωση φορολογίας εισοδήματος νομικών προσώπων και νομικών οντοτήτων (Ν) των τελευταίων πέντε (5) φορολογικών ετών,
αβ. κατάσταση οικονομικών στοιχείων από επιχειρηματική δραστηριότητα (Ε.3) των τελευταίων πέντε (5) φορολογικών ετών,
αγ. δήλωση στοιχείων ακινήτων (Ε.9) των τελευταίων πέντε (5) ετών, εφόσον προβλέπεται η υποχρέωση υποβολής της,
αδ. πράξη διοικητικού προσδιορισμού του φόρου εισοδήματος (εκκαθαριστικό) του τελευταίου φορολογικού έτους,
αε. πράξη διοικητικού προσδιορισμού του Ενιαίου Φόρου Ιδιοκτησίας Ακινήτων (ΕΝ.Φ.Ι.Α.) του τελευταίου φορολογικού έτους,
αστ. καταστάσεις βεβαιωμένων οφειλών προς τη Φορολογική Διοίκηση και προς τους Φορείς Κοινωνικής Ασφάλισης,
αζ. αντίγραφο ποινικού μητρώου δικαστικής χρήσης του οφειλέτη ή του πρόεδρου του διοικητικού συμβουλίου και του διευθύνοντος συμβούλου για ανώνυμες εταιρείες, του διαχειριστή για εταιρείες περιορισμένης ευθύνης και ιδιωτικές κεφαλαιουχικές εταιρείες, των ομόρρυθμων εταίρων και των διαχειριστών για προσωπικές εταιρείες και των φυσικών προσώπων που είναι αλληλέγγυα με τον οφειλέτη εκ του νόμου για την παράλειψη καταβολής οφειλών,
αη. πιστοποιητικό περί μη πτώχευσης, πιστοποιητικό περί μη κατάθεσης αίτησης πτώχευσης και κάθε άλλο στοιχείο που αφορά τον οφειλέτη και καταχωρείται στο ηλεκτρονικό Μητρώο Φερεγγυότητας του άρθρου 213,
αθ. πιστοποιητικό περί μη λύσης της εταιρείας από το Γενικό Εμπορικό Μητρώο (Γ.Ε.ΜΗ.), εφόσον ο οφειλέτης είναι νομικό πρόσωπο,
αι. αναφορικά με τις απαιτήσεις προς πιστωτικά ιδρύματα, το οφειλόμενο ποσό ανά πιστωτή,
αια. στοιχεία αναφορικά με καταθέσεις και χρηματοπιστωτικά προϊόντα που τηρούνται στα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα καθώς και την εκτιμώμενη αξία τους, και
αιβ. τα στοιχεία βαρών και λοιπών εξασφαλίσεων επί των ακίνητων περιουσιακών στοιχείων του αιτούντος που βρίσκονται στη διάθεση των χρηματοδοτικών φορέων και στοιχεία για την εμπορική αξία των ακινήτων περιουσιακών στοιχείων.
β) Τα στοιχεία και έγγραφα της παρούσας αντλούνται αυτόματα εκκινώντας από την τελευταία διαθέσιμη έκδοσή τους, εφόσον δεν έχει παρέλθει η αντίστοιχη προθεσμία υποβολής τους βάσει της κείμενης νομοθεσίας. Μετά την παρέλευση των προβλεπόμενων προθεσμιών η αυτόματη άντληση των εγγράφων εκκινεί από την τελευταία έκδοση για την οποία υπάρχει υποχρέωση υποβολής.
3. Σε περίπτωση αίτησης φυσικού προσώπου παρέχεται επιπλέον της άδειας της παρ. 1, η άδεια ανάκτησης, η οποία περιλαμβάνει και τα στοιχεία και έγγραφα που αφορούν τον ή τη σύζυγο ή τον συμβίο ή τη συμβία του οφειλέτη και τα εξαρτώμενα μέλη. Ο σύζυγος ή η σύζυγος ή ο συμβίος ή η συμβία και τα εξαρτώμενα μέλη συνυπογράφουν την αίτηση για την παροχή της παραπάνω άδειας ανάκτησης.
4. Η αίτηση υπέχει θέση υπεύθυνης δήλωσης του ν. 1599/1986 (Α΄ 75) του οφειλέτη για την ακρίβεια και την πληρότητα του περιεχομένου της αίτησης και των υποβληθέντων εγγράφων. Ο αιτών ενημερώνεται κατά την υποβολή της αίτησης για τις συνέπειες της ψευδούς υπεύθυνης δήλωσης, όπως αυτές προβλέπονται στην παρ. 6 του άρθρου 22 του ν. 1599/1986.
5. Αν αποδεικνύεται με δημόσια έγγραφα, ότι τα κατά την παρ. 4 δηλούμενα είναι ανακριβή, τότε, ρύθμιση που τυχόν επιτευχθεί σύμφωνα με το παρόν, θεωρείται αυτοδικαίως άκυρη, ο οφειλέτης εκπίπτει όλων των δικαιωμάτων που απέκτησε βάσει της ρύθμισης και οφείλει να καταβάλει στον πιστωτή την προ ρυθμίσεως οφειλή, μειωμένη κατά τα ποσά που καταβλήθηκαν και ο θιγόμενος πιστωτής μπορεί να επισπεύσει άμεσα αναγκαστική εκτέλεση. Η εν λόγω οφειλή επιβαρύνεται με επιτόκιο ίσο με το ανώτατο παρεμβατικό επιτόκιο της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας προσαυξημένο κατά πέντε (5) ποσοστιαίες μονάδες.
Άρθρο 13
Συνέπειες από την υποβολή της αίτησης
1. Η υποβολή της αίτησης αναστέλλει τη διαδικασία του Κώδικα Δεοντολογίας Τραπεζών (195/1/29.7.2016 απόφαση της Επιτροπής Πιστωτικών και Ασφαλιστικών Θεμάτων της Τράπεζας της Ελλάδος, Β΄ 2376) που έχει θεσπισθεί σύμφωνα με την παρ. 2 του άρθρου 1 του ν. 4224/2013 (Α΄ 288). Αν για οποιονδήποτε λόγο η διαδικασία του παρόντος Κεφαλαίου δεν τελεσφορήσει, η διαδικασία του Κώδικα Δεοντολογίας συνεχίζεται από το στάδιο στο οποίο ευρισκόταν πριν την αναστολή, κατόπιν αιτήσεως του οφειλέτη ή του πιστωτή, η οποία λαμβάνει χώρα εντός τριάντα (30) ημερών από την με οποιοδήποτε τρόπο λήξη της διαδικασίας του παρόντος Κεφαλαίου. Σε περίπτωση μη υποβολής αίτησης είτε από τον οφειλέτη είτε από τον πιστωτή, η διαδικασία του Κώδικα Δεοντολογίας διακόπτεται.
2. Η υποβολή αίτησης δεν συνιστά σπουδαίο λόγο για την καταγγελία διαρκών συμβάσεων.
Άρθρο 14
Υπογραφή και μορφές σύμβασης αναδιάρθρωσης
1. Μετά την υποβολή της αίτησης, οι συμμετέχοντες πιστωτές, που είναι χρηματοδοτικοί φορείς, δύνανται να καταθέσουν πρόταση ρύθμισης προς τον οφειλέτη. Αν πρόταση εξασφαλίσει τη συναίνεση του οφειλέτη, της πλειοψηφίας (ως προς την αξία των σχετικών απαιτήσεων) των συμμετεχόντων πιστωτών που είναι χρηματοδοτικοί φορείς και τουλάχιστον του ποσοστού συμμετεχόντων πιστωτών με ειδικό προνόμιο, υπογράφεται μεταξύ των συναινούντων πιστωτών και του οφειλέτη η σύμβαση αναδιάρθρωσης (που δύναται να συναφθεί και ως πολλαπλές διμερείς συμφωνίες με ταυτόσημο περιεχόμενο).
2. Η υπογραφή της σύμβασης αναδιάρθρωσης με μηχανικό μέσο ή ηλεκτρονικό τρόπο είναι επαρκής και υπέχει θέση ηλεκτρονικής υπογραφής. Εφόσον υπάρχουν οφειλές προς το Δημόσιο ή/και Φορείς Κοινωνικής Ασφάλισης, η σύμβαση μπορεί να τελεί υπό την αίρεση της συναίνεσής τους, η οποία παρέχεται σύμφωνα με τα αναφερόμενα στο άρθρο 21. Οι συναινούντες πιστωτές αποδέχονται ή τεκμαίρεται ότι αποδέχονται, καθόσον αφορά το Δημόσιο και Φορείς Κοινωνικής Ασφάλισης, υπό τις προϋποθέσεις του άρθρου 21, ότι η ρύθμιση καθιστά την επιχείρηση του οφειλέτη βιώσιμη ή, εφόσον πρόκειται για φυσικό πρόσωπο που δεν ασκεί επιχειρηματική δραστηριότητα, ότι αποτρέπει την αφερεγγυότητά του.
Άρθρο 15
Δικαίωμα διαμεσολάβησης μετά από την πρόταση των πιστωτών
Σε περίπτωση που εντός δέκα (10) ημερολογιακών ημερών από τη λήψη πρότασης ο οφειλέτης καταθέσει αίτημα υποβολής σε διαμεσολάβηση και το αίτημα αυτό γίνει δεκτό από την πλειοψηφία των χρηματοδοτικών φορέων ως προς την αξία των σχετικών απαιτήσεων που αφορά, τότε ως προς τις οντότητες που ικανοποιούν τον ορισμό της πολύ μικρής οντότητας του ν. 4308/2014 (Α΄ 251), την ευθύνη διαμεσολάβησης μπορεί να αναλάβει οποιοσδήποτε διαπιστευμένος μεσολαβητής του ν. 4640/2019 (Α΄ 190), όπως εκάστοτε ισχύει, ενώ σε κάθε άλλη περίπτωση την ευθύνη αναλαμβάνει διαπιστευμένος μεσολαβητής, ο οποίος πρέπει να διαθέτει επιπλέον έγγραφο ότι έχει ολοκληρώσει ειδική εκπαίδευση σε χρηματοοικονομική διαμεσολάβηση. Σε περίπτωση που παρά την παρέλευση τριάντα (30) ημερών από την ημερομηνία υποβολής του αιτήματος δεν έχει επιτευχθεί η υπογραφή συμφωνίας αναδιάρθρωσης μεταξύ της πλειοψηφίας των πιστωτών και του οφειλέτη, τότε η διαδικασία θεωρείται λήξασα χωρίς δυνατότητα παράτασης ή ανανέωσης.
Άρθρο 16
Προθεσμία για την υπογραφή της σύμβασης αναδιάρθρωσης
Αν δεν υπογραφεί η σύμβαση αναδιάρθρωσης οφειλών εντός δύο (2) μηνών από την ημερομηνία υποβολής της αίτησης, η διαδικασία θεωρείται περατωθείσα ως άκαρπη. Η προθεσμία αυτή ισχύει και στην περίπτωση υποβολής σε διαμεσολάβηση σύμφωνα με το άρθρο 15. Σε περίπτωση που τίθεται από αρμόδια υπηρεσία προθεσμία θεραπείας κατά την περ. δ΄ της παρ. 2 του άρθρου 21, η ανωτέρω προθεσμία παρατείνεται για δεκαπέντε (15) εργάσιμες ημέρες. Σε κάθε περίπτωση, εντός της προθεσμίας του παρόντος άρθρου, οι συμμετέχοντες πιστωτές, που είναι χρηματοδοτικοί φορείς, έχουν τη δυνατότητα να απορρίψουν την αίτηση του οφειλέτη και να μην καταθέσουν πρόταση ρύθμισης. Με την κοινοποίηση της απόρριψης η διαδικασία εξωδικαστικής ρύθμισης περαιώνεται άμεσα ως άκαρπη.
Άρθρο 17
Διαδικασία διαπραγματεύσεων, καθήκον αληθείας και υποχρέωση εχεμύθειας
1. Εκτός αν άλλως ορίζεται στο παρόν, η διαδικασία εξωδικαστικής ρύθμισης οφειλών του παρόντος κεφαλαίου μεταξύ του οφειλέτη και των συμμετεχόντων πιστωτών, του Δημοσίου και των Φορέων Κοινωνικής Ασφάλισης, διενεργείται ηλεκτρονικά μέσω της ηλεκτρονικής πλατφόρμας του άρθρου 29.
2. Ο οφειλέτης, οι συμμετέχοντες πιστωτές, καθώς και οι υπάλληλοι των αρμοδίων υπηρεσιών του Δημοσίου και των Φορέων Κοινωνικής Ασφάλισης, φέρουν υποχρέωση εχεμύθειας ως προς την ύπαρξη και το περιεχόμενο των διαπραγματεύσεων. Ο οφειλέτης και οι συμμετέχοντες πιστωτές υπέχουν καθήκον αληθείας και συμμετέχουν στη διαδικασία με καλή πίστη. Η δημοσιοποίηση ή κάθε άλλη κοινοποίηση σε τρίτους εμπιστευτικών πληροφοριών ή πληροφοριών σχετικά με τις διαπραγματεύσεις, χωρίς την προηγούμενη γραπτή συναίνεση του συνόλου των συμμετεχόντων στη διαπραγμάτευση, απαγορεύεται.
Άρθρο 18
Αναστολή των μέτρων αναγκαστικής εκτέλεσης των συμμετεχόντων πιστωτών
Από την υποβολή της αίτησης και μέχρι την με οποιονδήποτε τρόπο περάτωση της διαδικασίας, σύμφωνα με το άρθρο 16 αναστέλλονται η λήψη αναγκαστικών μέτρων και η συνέχιση της διαδικασίας αναγκαστικής εκτέλεσης επί απαιτήσεων, κινητών και ακινήτων κατά του οφειλέτη, καθώς και η ποινική δίωξη για τα αδικήματα του άρθρου 25 του ν. 1882/1990 (Α΄ 43) και του άρθρου 1 του α.ν. 86/1967 (Α΄ 136) αναφορικά με τις οφειλές, των οποίων ζητείται η ρύθμιση. Κατά το χρονικό διάστημα της αναστολής της ποινικής δίωξης αναστέλλεται η παραγραφή του αδικήματος, χωρίς να ισχύει ο χρονικός περιορισμός της παρ. 2 του άρθρου 113 του Ποινικού Κώδικα. Η αναστολή της παρούσας δεν καταλαμβάνει την διενέργεια πλειστηριασμού ο οποίος έχει προγραμματισθεί εντός τριών (3) μηνών από την ημερομηνία υποβολής της αίτησης από τον οφειλέτη, καθώς και οποιαδήποτε διαδικαστική ενέργεια προπαρασκευαστική της διενέργειας πλειστηριασμού από ενέγγυο πιστωτή (περιλαμβανομένης και της κατάσχεσης). Η αναστολή παύει με την τυχόν κοινοποίηση προς τον οφειλέτη της απόφασης μη υποβολής πρότασης συμφωνίας αναδιάρθρωσης ή με την καθ΄ οιονδήποτε τρόπο απόρριψη της αίτησης.
Άρθρο 19
Αποτελέσματα σύμβασης αναδιάρθρωσης
1. Με την επίτευξη σύμβασης αναδιάρθρωσης δεν επιτρέπεται σε καταλαμβανόμενο πιστωτή, η επίσπευση αναγκαστικής εκτέλεσης και αναστέλλονται αυτοδικαίως τα μέτρα, εκκρεμή ή μη, ατομικής και συλλογικής αναγκαστικής εκτέλεσης κατά του οφειλέτη για την ικανοποίηση απαιτήσεως που ρυθμίσθηκε με τη σύμβαση αναδιάρθρωσης για όλη τη διάρκειά της και υπό τον όρο τήρησής της.
2. Αν κατά τον χρόνο επίτευξης της σύμβασης αναδιάρθρωσης, σύμφωνα με το παρόν, εκκρεμεί εναντίον του οφειλέτη διαδικασία αναγκαστικής εκτέλεσης για απαίτηση που ρυθμίστηκε, επισπευδόμενη από καταλαμβανόμενο πιστωτή, αυτή αναστέλλεται με την κοινοποίηση εκ μέρους του οφειλέτη στα όργανα εκτέλεσης του πιστωτή της βεβαίωσης της περ. η΄ της παρ. 2 του άρθρου 71.
Άρθρο 20
Απαλλαγή από την ευθύνη υπαλλήλου κατά τις διαπραγματεύσεις για τη σύναψη σύμβασης αναδιάρθρωσης
Με την επιφύλαξη των άρθρων 235, 236, 237 και 237Β του Ποινικού Κώδικα για τη δωροδοκία, ουδείς υπάλληλος υπό την έννοια του άρθρου 13 του Ποινικού Κώδικα υπέχει οποιαδήποτε αστική, ποινική ή πειθαρχική ευθύνη για την αποδοχή σύμβασης αναδιάρθρωσης σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος κεφαλαίου ή για οποιαδήποτε ενέργεια σε υλοποίησή της ή σε αναγνώριση των νόμιμων συνεπειών της. Ειδικότερα ως προς την εκτίμηση ότι η σύμβαση αναδιάρθρωσης παρέχει ανάκτηση τουλάχιστον ίση προς την ανάκτηση σε περίπτωση πτώχευσης του οφειλέτη, ουδείς υπάλληλος ευθύνεται σύμφωνα με το αμέσως προηγούμενο εδάφιο, σύμφωνα με τα αναφερόμενα στην υποπαρ. γ΄ της παρ. 2 του άρθρου 21 ή, κατά περίπτωση, γνωμοδότηση διαχειριστή αφερεγγυότητας, σε περίπτωση που συντρέχουν οι προϋποθέσεις της παρ. 3 του άρθρου 21.
Άρθρο 21
Συμμετοχή του Δημοσίου και των Φορέων Κοινωνικής Ασφάλισης
1. Το Δημόσιο και οι Φορείς Κοινωνικής Ασφάλισης μπορούν να προβούν, σε πολυμερή βάση, σε αναδιάρθρωση, καθώς και διαγραφή των οφειλών προς αυτούς.
2. Ως προς τη συμμετοχή του Δημοσίου και των Φορέων Κοινωνικής Ασφάλισης σε πολυμερείς συμβάσεις αναδιάρθρωσης οφειλών ισχύουν τα ακόλουθα:
α. Εφόσον επιτευχθεί έγκριση σύμβασης από τους χρηματοδοτικούς φορείς και τον οφειλέτη, κοινοποιείται προς το Δημόσιο και τους Φορείς Κοινωνικής Ασφάλισης, στον βαθμό που τους αφορά, μέσω της ηλεκτρονικής πλατφόρμας.
β. Στην περίπτωση αυτή, η σύμβαση γίνεται αποδεκτή από το Δημόσιο ή το Φορέα Κοινωνικής Ασφάλισης, κατά περίπτωση, εφόσον ικανοποιούνται ως προς τους φορείς αυτούς σωρευτικώς οι ακόλουθες προϋποθέσεις:
i. οι απαιτήσεις του Δημοσίου και των Φορέων Κοινωνικής Ασφάλισης δεν υπερβαίνουν, τόσο ως προς το Δημόσιο όσο και ως προς το σύνολο των Φορέων Κοινωνικής Ασφάλισης, το ποσό του ενός εκατομμυρίου πεντακοσίων χιλιάδων (1.500.000) ευρώ,
ii. το Δημόσιο και οι Φορείς Κοινωνικής Ασφάλισης εκπροσωπούν συνολικά ποσό απαιτήσεων μικρότερο από το σύνολο των απαιτήσεων των συμμετεχόντων χρηματοδοτικών φορέων κατά του οφειλέτη, και
iii. το περιεχόμενο της σύμβασης αναδιάρθρωσης προέκυψε από το υπολογιστικό εργαλείο της περ. ζ΄ της παρ. 2 του άρθρου 71. Στην περίπτωση αυτή, και με την επιφύλαξη των άρθρων 235 και 236 του Ποινικού Κώδικα, ουδείς υπάλληλος του δημοσίου τομέα υπό την έννοια του άρθρου 237Β του Ποινικού Κώδικα υπέχει οποιαδήποτε αστική, ποινική ή πειθαρχική ευθύνη για την υπογραφή ή αποδοχή της παραχθείσας από το υπολογιστικό εργαλείο συμφωνίας στο πλαίσιο της διαδικασίας του παρόντος Κεφαλαίου.
iv. Η σύμβαση πληροί τις προϋποθέσεις του άρθρου 22.
γ. Εφόσον ικανοποιούνται οι προϋποθέσεις της περ. β΄, για την αποδοχή της σύμβασης αναδιάρθρωσης οφειλών από το Δημόσιο και τους Φορείς Κοινωνικής Ασφάλισης, αντιστοίχως δεν απαιτείται οποιαδήποτε περαιτέρω ενέργεια από τις αρμόδιες υπηρεσίες και η αποδοχή της συμφωνίας συνάγεται από την άπρακτη πάροδο δεκαπέντε (15) εργασίμων ημερών από τη γνωστοποίηση της συμφωνίας.
δ. Σε περίπτωση που η αρμόδια υπηρεσία του Δημοσίου ή του Φορέα Κοινωνικής Ασφάλισης, κατά περίπτωση, εντοπίσει τη μη ικανοποίηση των προϋποθέσεων της περ. β΄, ενημερώνει σχετικά μέσω της ηλεκτρονικής πλατφόρμας τους συμμετέχοντες πιστωτές και τον οφειλέτη με ρητή αναφορά στο ελάττωμα που έχει εντοπίσει, εντός δεκαπέντε (15) εργασίμων ημερών από τη γνωστοποίηση σε αυτήν της σύμβασης, και τους παρέχει προθεσμία δεκαπέντε (15) εργασίμων ημερών από τη γνωστοποίηση σε αυτούς της προτεινόμενης τροποποίησης για τη θεραπεία του.
3. Συναίνεση του Δημοσίου ή Φορέων Κοινωνικής Ασφάλισης, κατά τα οριζόμενα στην περ. γ΄ της παρ. 2 του παρόντος, σε πολυμερείς συμβάσεις αναδιάρθρωσης, στις οποίες δεν ικανοποιούνται οι προϋποθέσεις των υποπερ. (ι) και (ii) της περ. β΄ της παρ. 2, είναι σύννομη, εφόσον η προτεινόμενη σύμβαση έχει εξασφαλίσει τις συναινέσεις της παρ. 1 του άρθρου 14 και λαμβάνεται σύμφωνη αιτιολογημένη γνώμη διαχειριστή αφερεγγυότητας, τον οποίο επιλέγουν οι χρηματοδοτικοί φορείς και καλύπτουν την αμοιβή του, για το ότι (α) η σύμβαση δεν επιφυλάσσει στο Δημόσιο ή τους Φορείς Κοινωνικής Ασφάλισης χειρότερη μεταχείριση από ό,τι θα ίσχυε σε περίπτωση πτώχευσης του οφειλέτη και (β) ότι η εφαρμογή της σύμβασης αναδιάρθρωσης επιτρέπει τη βιώσιμη λειτουργία του (αν είναι επιχείρηση) ή τον καθιστά αξιόχρεο και επιπλέον ικανοποιούνται οι προϋποθέσεις του άρθρου 22.
Άρθρο 22
Κανόνες και περιορισμοί στις συμβάσεις αναδιάρθρωσης οφειλών με το Δημόσιο και τους Φορείς Κοινωνικής Ασφάλισης
Ισχύουν ως προς τις συμβάσεις αναδιάρθρωσης οφειλών προς το Δημόσιο και τους Φορείς Κοινωνικής Ασφάλισης, πέραν των προβλέψεων υπουργικών αποφάσεων που εκδίδονται βάσει εξουσιοδοτήσεων που παρέχονται στον παρόντα νόμο, και οι ακόλουθοι κανόνες και περιορισμοί:
α. Είναι άκυρος ο όρος σύμβασης αναδιάρθρωσης, που προβλέπει:
1. την αποπληρωμή οφειλών προς το Δημόσιο και τους Φορείς Κοινωνικής Ασφάλισης σε περισσότερες από διακόσιες σαράντα (240) δόσεις,
2. τη ρύθμιση οφειλών που έχουν ήδη ρυθμισθεί βάσει του παρόντος κεφαλαίου ή του ν. 4469/2017 (Α΄ 62), ανεξάρτητα αν η ρύθμιση είναι σε ισχύ,
3. την τμηματική αποπληρωμή οφειλών προς το Δημόσιο ή Φορείς Κοινωνικής Ασφάλισης ανά χρονικά διαστήματα που υπερβαίνουν τον μήνα,
4. την καταβολή μηνιαίας δόσης μικρότερης των πενήντα (50) ευρώ,
5. την παροχή περιόδου χάριτος για την αποπληρωμή οφειλών προς το Δημόσιο ή τους Φορείς Κοινωνικής Ασφάλισης,
6. την ικανοποίηση απαιτήσεων του Δημοσίου ή των Φορέων Κοινωνικής Ασφάλισης με άλλα ανταλλάγματα αντί χρηματικού ποσού.
β. Αν στη σύμβαση αναδιάρθρωσης προβλέπεται διαγραφή οφειλών προς το Δημόσιο η τους Φορείς Κοινωνικής Ασφάλισης, αυτή γίνεται κατά σειρά παλαιότητας, από την παλαιότερη οφειλή προς τη νεότερη, με κριτήριο τον χρόνο καταχώρισης της οφειλής στα βιβλία εισπρακτέων εσόδων και όχι τον χρόνο λήξης της νόμιμης προθεσμίας καταβολής αυτής, είτε η καταβολή γίνεται εφάπαξ είτε σε δόσεις. Η διαγραφή των οφειλών της παρούσας τελεί υπό την αναβλητική αίρεση της ολοσχερούς αποπληρωμής των ρυθμιζόμενων οφειλών προς το Δημόσιο ή τον αντίστοιχο Φορέα Κοινωνικής Ασφάλισης.
γ. Επί των οφειλών προς το Δημόσιο που ρυθμίζονται δυνάμει της σύμβασης αναδιάρθρωσης δεν υπολογίζονται περαιτέρω τόκοι ή προσαυξήσεις εκπρόθεσμης καταβολής. Από την ημερομηνία έναρξης ισχύος της σύμβασης αναδιάρθρωσης και κατά τη διάρκεια ισχύος αυτής, δεν υπολογίζονται τα πρόστιμα του άρθρου 57 του ν. 4174/2013 (Α΄ 170) (Κώδικας Φορολογικής Διαδικασίας), και του άρθρου 6 του Κ.Ε.Δ.Ε.
δ. Η διαγραφή βασικής οφειλής παρακρατουμένων φόρων, επιρριπτομένων φόρων προς το Δημόσιο και ασφαλιστικών εισφορών απαγορεύεται.
ε. Η διαγραφή βασικής οφειλής προς φορείς κοινωνικής ασφάλισης δεν επηρεάζει τα ασφαλιστικά δικαιώματα τρίτων.
Άρθρο 23
Αποτελέσματα των συμβάσεων αναδιάρθρωσης οφειλών με το Δημόσιο και τους Φορείς Κοινωνικής Ασφάλισης
Η θέση σε ισχύ σύμβασης αναδιάρθρωσης οφειλών στην οποία τεκμαίρεται η συναίνεση του Δημοσίου ή Φορέα Κοινωνικής Ασφάλισης σύμφωνα με την περ. γ΄ της παρ. 2 του άρθρου 21, παράγει τα ακόλουθα αποτελέσματα ως προς το Δημόσιο ή Φορέα Κοινωνικής Ασφάλισης, αντιστοίχως:
α. Από την ημερομηνία ισχύος της εγκριθείσας σύμβασης αναδιάρθρωσης, ισχύουν τα ακόλουθα ως προς το Δημόσιο:
i. αναστέλλονται η λήψη αναγκαστικών μέτρων και η συνέχιση της διαδικασίας αναγκαστικής εκτέλεσης επί απαιτήσεων, κινητών και ακινήτων κατά του οφειλέτη. Η αναστολή αυτή δεν ισχύει για τις ληξιπρόθεσμες δόσεις της σύμβασης,
ii. αναστέλλεται η ποινική δίωξη για το αδίκημα του άρθρου 25 του ν. 1882/1990 (Α΄ 43) και αναβάλλεται η εκτέλεση της ποινής που επιβλήθηκε σύμφωνα με το άρθρο αυτό ή, εφόσον άρχισε, η εκτέλεσή της διακόπτεται. Κατά το χρονικό διάστημα της αναστολής της ποινικής δίωξης αναστέλλεται η παραγραφή του αδικήματος, χωρίς να ισχύει ο χρονικός περιορισμός της παρ. 2 του άρθρου 113 του Ποινικού Κώδικα,
iii. κατά το χρονικό διάστημα ισχύος της σύμβασης αναδιάρθρωσης και υπό την προϋπόθεση ότι: α) έχει εξοφληθεί τουλάχιστον η πρώτη δόση της ρύθμισης δυνάμει αυτής, β) έχουν εξοφληθεί ή τακτοποιηθεί με νόμιμο τρόπο, με αναστολή είσπραξης ή ρύθμιση τμηματικής καταβολής οι μη υπαγόμενες στη σύμβαση οφειλές και γ) έχουν υποβληθεί οι προβλεπόμενες δηλώσεις φορολογίας εισοδήματος και φόρου προστιθέμενης αξίας, καθώς και η προβλεπόμενη Αναλυτική Περιοδική Δήλωση (Α.Π.Δ.), εντός τριών (3) μηνών από την παρέλευση της προθεσμίας υποβολής τους, μετά από αίτηση του οφειλέτη, η Φορολογική Διοίκηση αποφασίζει ότι οι κατασχέσεις που έχουν επιβληθεί στα χέρια τρίτων σε βάρος του οφειλέτη δεν καταλαμβάνουν μελλοντικές απαιτήσεις. Η απόφαση αυτή εκδίδεται, ανεξάρτητα από το εάν οι κατασχέσεις επιβλήθηκαν για υπαγόμενες ή μη στη σύμβαση οφειλές και γνωστοποιείται στον τρίτο. Ποσά απαιτήσεων που γεννώνται μετά την ως άνω γνωστοποίηση, αποδεσμεύονται και αποδίδονται κατά νόμο, ενώ ποσά απαιτήσεων που γεννήθηκαν πριν από αυτήν, αποδίδονται στο Δημόσιο. Αν ανατραπεί ή ακυρωθεί η σύμβαση, οι ανωτέρω κατασχέσεις αναπτύσσουν πλήρως τις έννομες συνέπειές τους, αναφορικά με τις μελλοντικές απαιτήσεις, από τη γνωστοποίηση της ανατροπής στον τρίτο. Τυχόν αποκτηθέντα δικαιώματα ή αξιώσεις τρίτων δεν αντιτάσσονται έναντι του κατασχόντος Δημοσίου. Οι κατασχέσεις στα χέρια τρίτων, που έχουν επιβληθεί αποκλειστικά για οφειλές υπαγόμενες στη σύμβαση, αίρονται μετά από αίτηση του οφειλέτη, εφόσον έχει εξοφληθεί ποσοστό τουλάχιστον εβδομήντα πέντε τοις εκατό (75%) του συνολικού προς καταβολή στο Δημόσιο ποσού της σύμβασης. Στις περιπτώσεις των ανωτέρω εδαφίων, ποσά που έχουν αποδοθεί στο Δημόσιο, δεν επιστρέφονται.
β. Από την ημερομηνία ισχύος της εγκριθείσας σύμβασης αναδιάρθρωσης, ισχύουν τα ακόλουθα ως προς τον Φορέα Κοινωνικής Ασφάλισης:
i. Αναστέλλονται η λήψη αναγκαστικών μέτρων και η συνέχιση της διαδικασίας αναγκαστικής εκτέλεσης επί απαιτήσεων, κινητών και ακινήτων κατά του οφειλέτη. Η αναστολή αυτή δεν ισχύει για τις ληξιπρόθεσμες δόσεις της σύμβασης.
ii. Αναστέλλεται η ποινική δίωξη για τα αδικήματα του άρθρου 25 του ν. 1882/1990 (Α΄ 43) και του άρθρου 1 του α.ν. 86/1967 (Α΄ 136) και αναβάλλεται η εκτέλεση της ποινής που επιβλήθηκε σύμφωνα με αυτά ή, εφόσον άρχισε, η εκτέλεσή της διακόπτεται. Κατά το χρονικό διάστημα της αναστολής της ποινικής δίωξης αναστέλλεται η παραγραφή του αδικήματος, χωρίς να ισχύει ο χρονικός περιορισμός της παρ. 2 του άρθρου 113 του Ποινικού Κώδικα.
γ. Με την υπαγωγή στις ως άνω ρυθμίσεις αναστέλλεται η παραγραφή των ρυθμιζόμενων οφειλών καθ’ όλη τη διάρκεια ισχύος αυτών και δεν συμπληρώνεται πριν από την πάροδο έτους από τη λήξη της αναστολής.
δ. Για τη χορήγηση αποδεικτικού φορολογικής ενημερότητας στον οφειλέτη εφαρμόζονται το άρθρο 12 του Κώδικα Φορολογικής Διαδικασίας (ν. 4174/2013, Α΄ 170) και οι κανονιστικές πράξεις που εκδίδονται κατ’ εξουσιοδότηση αυτού. Η ρύθμιση οφειλών στο πλαίσιο του παρόντος θεωρείται ως ρύθμιση τμηματικής καταβολής για την εφαρμογή του προηγούμενου εδαφίου. Για τη χορήγηση αποδεικτικού ενημερότητας δεν λαμβάνονται υπόψη τυχόν προς διαγραφή οφειλές, όπως αυτές προσδιορίζονται στην ανωτέρω σύμβαση.
ε. Για τη χορήγηση αποδεικτικού ασφαλιστικής ενημερότητας στον οφειλέτη, που δεσμεύονται από την απόφαση επικύρωσης σύμβασης αναδιάρθρωσης οφειλών, εφαρμόζονται οι οικείες διατάξεις των φορέων. Η ρύθμιση οφειλών στο πλαίσιο του παρόντος θεωρείται ως ρύθμιση τμηματικής καταβολής για την εφαρμογή του προηγούμενου εδαφίου. Για τη χορήγηση αποδεικτικού ενημερότητας δεν λαμβάνονται υπόψη τυχόν προς διαγραφή οφειλές, όπως αυτές προσδιορίζονται στην ανωτέρω σύμβαση.
Άρθρο 24
Διμερείς συμβάσεις αναδιάρθρωσης οφειλών με το Δημόσιο και τους Φορείς Κοινωνικής Ασφάλισης
Το Δημόσιο και οι Φορείς Κοινωνικής Ασφάλισης δύνανται να καταρτίζουν διμερείς συμβάσεις αναδιάρθρωσης οφειλών, εφόσον με τη σύμβαση ο οφειλέτης καθίσταται βιώσιμος ή αξιόχρεος, κατά περίπτωση, η ανάκτηση του Δημοσίου ή του Φορέα Κοινωνικής Ασφάλισης είναι τουλάχιστον ίση προς την εκτιμώμενη ανάκτησή του σε περίπτωση πτώχευσης του οφειλέτη και τηρούνται οι κανόνες και περιορισμοί του άρθρου 22. Η κατάρτιση διμερούς σύμβασης αναδιάρθρωσης έχει ως προς το Δημόσιο ή Φορέα Κοινωνικής Ασφάλισης, κατά περίπτωση, τις συνέπειες του άρθρου 23.
Άρθρο 25
Προηγούμενες ρυθμίσεις οφειλών που υπάγονται σε σύμβαση αναδιάρθρωσης
Συμμετοχή του Δημοσίου και των Φορέων Κοινωνικής Ασφάλισης σε σύμβαση αναδιάρθρωσης συνεπάγεται την αυτοδίκαιη κατάργηση προηγούμενων ρυθμίσεων για τις οφειλές που υπάγονται στη σύμβαση αναδιάρθρωσης.
Άρθρο 26
Τήρηση και ολοκλήρωση της σύμβασης αναδιάρθρωσης από τον οφειλέτη
1. Ο οφειλέτης οφείλει να τηρεί τη ρύθμιση και να καταβάλει το σύνολο των δόσεων, σύμφωνα με τους όρους της σύμβασης αναδιάρθρωσης. Με την καταβολή του συνόλου των οφειλόμενων δόσεων σε κάθε καταλαμβανόμενο πιστωτή, ολοκληρώνεται επιτυχώς η ρύθμιση και αποσβέννυται το τμήμα της απαίτησης που υπερβαίνει το ποσό της ρύθμισης που τον αφορά, με την επιφύλαξη τυχόν δικαιωμάτων του κάθε πιστωτή έναντι συνοφειλετών ή εγγυητών του οφειλέτη ή δικαιωμάτων των πιστωτών με δικαιώματα επιφύλαξης κυριότητας.
2. Στην περίπτωση της επιτυχούς ολοκλήρωσης της ρύθμισης κατά την παρ. 1, κάθε καταλαμβανόμενος πιστωτής παρέχει στον οφειλέτη πιστοποίηση της ρυθμισμένης απαίτησής του σύμφωνα με την σύμβαση αναδιάρθρωσης.
3. Η πιστοποίηση της παρ. 2 αποτελεί τίτλο εξόφλησης ρυθμισμένης απαίτησης και διαγραφής για το ποσό του διαγράφηκε από το σύνολο των απαιτήσεων του πιστωτή που καταλαμβάνονται από τη σύμβαση αναδιάρθρωσης και υποκαθιστά τη συναίνεση του δανειστή που προβλέπεται στην παρ. 1 του άρθρου 1330 του Αστικού Κώδικα για την εξάλειψη της προσημείωσης.
4. Η πιστοποίηση μπορεί να εκδίδεται και μέσω της ηλεκτρονικής πλατφόρμας του άρθρου 29.
Άρθρο 27
Αθέτηση της σύμβασης αναδιάρθρωσης από τον οφειλέτη και καταγγελία από τον χρηματοδοτικό φορέα
1. Αν ο οφειλέτης καταστεί υπερήμερος ως προς καταβολές της σύμβασης αναδιάρθρωσης, με συνέπεια το συνολικό ύψος του ποσού σε καθυστέρηση να υπερβαίνει αθροιστικά είτε την αξία τριών (3) δόσεων είτε την αξία τουλάχιστον του τρία τοις εκατό (3%) του συνολικά οφειλομένου ποσού σύμφωνα με την επιτευχθείσα ρύθμιση, οποιοσδήποτε καταλαμβανόμενος πιστωτής δύναται να καταγγείλει τη σύμβαση αναδιάρθρωσης. Καταγγελία από καταλαμβανόμενο πιστωτή συνεπάγεται την απώλεια της ρύθμισης ως προς τον πιστωτή αυτόν.
2. Η απώλεια της ρύθμισης ως προς οποιοδήποτε πιστωτή συνεπάγεται την αναβίωση των απαιτήσεων του πιστωτή αυτού στο ύψος που είχαν πριν την σύμβαση αναδιάρθρωσης, αφαιρουμένων ποσών που τυχόν καταβλήθηκαν στο πλαίσιο της ρύθμισης, ενώ τις καθιστούν ληξιπρόθεσμες και άμεσα απαιτητές. Η απώλεια της ρύθμισης ως προς καταλαμβανόμενο πιστωτή δεν ασκεί επίδραση στη νομική θέση των λοιπών καταλαμβανόμενων πιστωτών.
Άρθρο 28
Επιδότηση καταβολής δόσεων
1. Σε οφειλέτες που πληρούν τα κριτήρια των επόμενων παραγράφων, και εφόσον έχουν ρυθμίσει ή δεν έχουν καθυστερήσει για χρονικό διάστημα άνω των ενενήντα (90) ημερών τις οφειλές τους προς χρηματοδοτικούς φορείς, το Δημόσιο και Φορείς Κοινωνικής Ασφάλισης, παρέχεται επιδότηση για την αποπληρωμή των δανείων που εξασφαλίζονται με την κύρια κατοικία τους, για πέντε (5) έτη από την ημερομηνία της αίτησης. Προκειμένου να λάβουν την επιδότηση αυτή, θα πρέπει να υποβάλουν την αίτηση του άρθρου 8. Σε περίπτωση που το σύνολο των οφειλών τους είναι ενήμερο, εκδίδεται από την πλατφόρμα του άρθρου 29 βεβαίωση ενήμερων οφειλών, προκειμένου να εκκινήσει η καταβολή της επιδότησης, άλλως αυτή παρέχεται κατόπιν υπογραφής της σύμβασης αναδιάρθρωσης του άρθρου 14.
2. Για τη λήψη της επιδότησης της παρ. 1, ο οφειλέτης πρέπει να πληροί σωρευτικά τις ακόλουθες προϋποθέσεις:
α) Έχει εμπράγματο δικαίωμα, αποκλειστικής ή κατ’ ιδανικό μερίδιο, κυριότητας, πλήρους ή ψιλής, ή επικαρπίας σε ακίνητο, το οποίο αποτελεί την κύρια κατοικία του και βρίσκεται στην Ελλάδα.
β) Για την εμπράγματη εξασφάλιση της οφειλής έχει εγγραφεί, πριν την υποβολή της αίτησης του άρθρου 8, υποθήκη ή προσημείωση υποθήκης σε ακίνητο, που χρησιμοποιείται ως κύρια κατοικία του οφειλέτη.
γ) Το σύνολο των οφειλών του προς χρηματοδοτικούς φορείς, το Δημόσιο και τους Φορείς Κοινωνικής ασφάλισης είναι τουλάχιστον είκοσι χιλιάδες (20.000) ευρώ.
δ) Το υπόλοιπο της οφειλής από το δάνειο που εξασφαλίζεται με την κύρια κατοικία του οφειλέτη, δεν υπερβαίνει το ποσό των εκατό τριάντα πέντε χιλιάδων (135.000) ευρώ προκειμένου για μονοπρόσωπο νοικοκυριό, το οποίο προσαυξάνεται κατά το ποσό των είκοσι χιλιάδων (20.000) ευρώ για κάθε επιπλέον μέλος, έως του ανώτατου ποσού των διακοσίων δέκα πέντε χιλιάδων (215.000) ευρώ ανά πιστωτή.
ε) Το δάνειο δεν έχει καταγγελθεί σε χρονικό διάστημα πέραν του ενός (1) έτους από την υποβολή της αίτησης του άρθρου 8.
στ) Έχει επέλθει μείωση των οικογενειακών εισοδημάτων ως εξής:
στα. εργαζόμενοι του ιδιωτικού τομέα, των οποίων ο μέσος μικτός μηνιαίος μισθός, αφαιρουμένων πρόσθετων ή άλλων έκτακτων αποδοχών των τελευταίων έξι (6) μηνών πριν την υποβολή της αίτησης παρουσίασε μείωση, σε σχέση με τους αντίστοιχους έξι (6) προηγούμενους μήνες, σύμφωνα με την ακόλουθη κλίμακα:
i) για ποσά έως χίλια (1.000) ευρώ, μείωση ίση ή μεγαλύτερη του είκοσι τοις εκατό (20%),
ii) για ποσά μεγαλύτερα των χιλίων (1.000) ευρώ, μείωση ίση ή μεγαλύτερη του τριάντα τοις εκατό (30%), όπως οι αποδοχές αυτές δηλώνονται στους Φορείς Κοινωνικής Ασφάλισης από τον εργοδότη.
στβ. Ελεύθεροι επαγγελματίες ή φυσικά πρόσωπα που ασκούν ατομική επιχειρηματική δραστηριότητα, των οποίων τα έσοδα του τελευταίου εξαμήνου πριν την υποβολή της αίτησης παρουσίασαν μείωση ίση ή μεγαλύτερη του τριάντα τοις εκατό (30%), σε σχέση με το αντίστοιχο προηγούμενο εξάμηνο, όπως αυτό προκύπτει από τις περιοδικές φορολογικές δηλώσεις
στγ. Σε περίπτωση εποχικής απασχόλησης ή δραστηριότητας, συγκρίνονται οι αποδοχές ή τα έσοδα του τελευταίου ενός (1) έτους πριν την υποβολή της αίτησης, σε σχέση με το προηγούμενο έτος, προκειμένου να εντοπιστεί η μείωση. Ως «εποχική» νοείται η απασχόληση ή δραστηριότητα που παρέχεται σε επιχειρήσεις, εκμεταλλεύσεις, υποκαταστήματα ή παραρτήματα επιχειρήσεων οι οποίες από τη φύση τους, τις καιρικές ή ιδιαίτερες συνθήκες ή λόγω των χρησιμοποιούμενων πρώτων υλών λειτουργούν κατά ημερολογιακό έτος για χρονικό διάστημα μεγαλύτερο από δύο (2) και μικρότερο από εννέα (9) μήνες, κατά το υπόλοιπο δε χρονικό διάστημα του ημερολογιακού έτους δεν απασχολούν προσωπικό που υπερβαίνει το 25% του μέσου όρου του προσωπικού, το οποίο απασχολούν κατά την περίοδο αιχμής της δραστηριότητάς τους.
ζ) Λόγω της μείωσης που παρουσίασαν τα οικογενειακά εισοδήματα, σύμφωνα με την περ. στ΄, πληροί τα εισοδηματικά και περιουσιακά κριτήρια και λοιπά κριτήρια που εκάστοτε ισχύουν σύμφωνα με το άρθρο 3 του ν. 4472/2017 (Α΄ 74). Τα εν λόγω εισοδηματικά και περιουσιακά κριτήρια ελέγχονται κατά το χρονικό σημείο της αίτησης του άρθρου 8 και εάν προκύπτει ότι τα εισοδηματικά αυτά κριτήρια υπολείπονται των ευλόγων δαπανών διαβίωσης, λαμβάνονται υπόψη ως κριτήριο τα εν λόγω εισοδηματικά κριτήρια, προσαυξημένα κατά ποσοστό δέκα πέντε τοις εκατό (15%).
η) Αποδέχθηκε τη ρύθμιση που πρότειναν οι πιστωτές για όλες τις οφειλές του στο πλαίσιο της εξωδικαστικής ρύθμισης αυτών δυνάμει του άρθρου 14, σε περίπτωση που οι οφειλές δεν ήταν ενήμερες. Στην περίπτωση αυτή η ρύθμιση θα πρέπει να είναι σύμφωνη με τα άρθρα 21 και 22.
θ) Να μην λαμβάνει ταυτόχρονα άλλη επιδότηση ή επιχορήγηση ή άλλη κρατική ενίσχυση, για το δάνειο πρώτης κατοικίας που επιδοτείται με το παρόν.
ι) Να είναι φορολογικά και ασφαλιστικά ενήμερος ως προς τις υποχρεώσεις του μετά τη συνολική αναδιάρθρωση των οφειλών.
ια) Σε περίπτωση που οφειλή που πρόκειται να λάβει επιδότηση έχει υπαχθεί οριστικά στις διατάξεις του ν. 3869/2010 (A΄ 130), εφόσον εγκριθεί η επιδότηση του παρόντος, ο οφειλέτης παραιτείται του δικαιώματος να ζητήσει συνεισφορά του Δημοσίου, σύμφωνα με τα εδάφια πέμπτο, έκτο, έβδομο και όγδοο της παρ. 2 του άρθρου 9 του ν. 3869/2010 (A΄ 130). Οφειλέτες που έχουν υποβάλει αίτηση του άρθρου 4 του ν. 3869/2010 (A΄ 130), η οποία εκκρεμεί σε πρώτο βαθμό, χωρίς να έχει συζητηθεί, μπορούν να υποβάλουν την αίτηση του άρθρου 8. Αν οι αιτούντες ρυθμίσουν συναινετικά μέσω σύμβασης αναδιάρθρωσης τις οφειλές που είναι επιδεκτικές για την καταβολή επιδότησης κατά το παρόν, η δίκη του ν. 3869/2010 καταργείται ως προς τις οφειλές που ρυθμίστηκαν συναινετικά.
3. Η υποβολή αίτησης για την επιδότηση δόσης συνεπάγεται ως προς το Δημόσιο την παροχή άδειας για την πρόσβαση στο σύνολο των στοιχείων του οφειλέτη σύμφωνα με το άρθρο 12. Η πρόσβαση αυτή παρέχεται τόσο για την έγκριση της επιδότησης όσο και για τη διενέργεια περιοδικών ελέγχων της πλήρωσης των προϋποθέσεων χορήγησης.
4. Το μέγιστο ποσό της επιδότησης δόσης, για τα νοικοκυριά που πληρούν τα κριτήρια της παρ. 3 ορίζεται ως ακολούθως:
α) Για τον αιτούντα: εβδομήντα (70) ευρώ ανά μήνα.
β) Για κάθε επιπλέον μέλος του νοικοκυριού προσαύξηση κατά τριάντα πέντε (35) ευρώ τον μήνα.
γ) Στη μονογονεϊκή οικογένεια χορηγείται επιπλέον προσαύξηση τριάντα πέντε (35) ευρώ τον μήνα.
δ) Στα νοικοκυριά με απροστάτευτο/α τέκνο/α, χορηγείται επιπλέον προσαύξηση τριάντα πέντε (35) ευρώ τον μήνα για κάθε απροστάτευτο τέκνο.
ε) Ως ανώτατο όριο του Επιδόματος Στέγασης ορίζονται τα διακόσια δέκα (210) ευρώ μηνιαίως, ανεξαρτήτως της σύνθεσης του νοικοκυριού.
5. Η επιδότηση δόσης δεν μπορεί να υπερβαίνει τα ακόλουθα όρια:
α) ποσοστό ογδόντα τοις εκατό (80%) επί της μηνιαίας δόσης, προκειμένου για δάνεια εξυπηρετούμενα ή δάνεια που παρουσίαζαν καθυστέρηση μέχρι ενενήντα (90) ημέρες κατά τον χρόνο υποβολής της αίτησης του άρθρου 8.
β) ποσοστό εξήντα τοις εκατό (60%) επί της μηνιαίας δόσης, προκειμένου για δάνεια που παρουσίαζαν καθυστέρηση μεγαλύτερη των ενενήντα (90) ημερών κατά τον χρόνο υποβολής της αίτησης του άρθρου 8.
γ) ποσοστό σαράντα τοις εκατό (40%) επί της μηνιαίας δόσης, προκειμένου για δάνεια που παρουσίαζαν καθυστέρηση μεγαλύτερη των ενενήντα (90) ημερών και έχουν επιπλέον καταγγελθεί σε χρόνο όχι μεγαλύτερο του ενός (1) έτους προ της υποβολής της αίτησης του άρθρου 8.
Σε περίπτωση που τα ποσά της παρ. 4 υπερβαίνουν τα όρια των περ. α΄, β΄ και γ΄, μειώνονται αναλόγως.
6. Ο οφειλέτης έχει την υποχρέωση να τηρεί τη ρύθμιση και να καταβάλει εμπρόθεσμα και προσηκόντως το σύνολο του υπολοίπου δόσης επί της οποίας χορηγείται η επιδότηση δόσης, σύμφωνα με τους όρους της Σύμβασης Αναδιάρθρωσης. Σε περίπτωση που δεν καταβάλει εμπρόθεσμα και προσηκόντως το υπόλοιπο της δόσης, κατά τρόπο ώστε να επέλθουν οι προϋποθέσεις για την έκπτωσή του από τη σύμβαση αναδιάρθρωσης σύμφωνα με το άρθρο 27, ακόμα και αν ο πιστωτής δεν ασκήσει τα δικαιώματά του για την έκπτωση του οφειλέτη βάσει του άρθρου αυτού, οφείλει να επιστρέψει τα ποσά επιδότησης δόσης που έλαβε, ως αχρεωστήτως καταβληθέντα, ως εξής:
α) Προκειμένου για δάνεια εξυπηρετούμενα ή δάνεια που παρουσίαζαν καθυστέρηση μέχρι ενενήντα (90) ημέρες κατά τον χρόνο υποβολής της αίτησης του άρθρου 8, ανακτώνται τα εξής ποσά:
αα) ποσό που αντιστοιχεί στο εκατό τοις εκατό (100%) της συνολικής χορηγηθείσας επιδότησης δόσης, σε περίπτωση που εκπέσει από τη σύμβαση αναδιάρθρωσης κατά τον πρώτο χρόνο χορήγησης της επιδότησης,
αβ) ποσό που αντιστοιχεί στο ογδόντα τοις εκατό (80%) της συνολικής χορηγηθείσας επιδότησης δόσης, σε περίπτωση που εκπέσει από τη σύμβαση αναδιάρθρωσης κατά τον δεύτερο χρόνο χορήγησης της επιδότησης,
αγ) ποσό που αντιστοιχεί στο εξήντα τοις εκατό (60%) της συνολικής χορηγηθείσας επιδότησης δόσης, σε περίπτωση που εκπέσει από τη σύμβαση αναδιάρθρωσης κατά τον τρίτο χρόνο χορήγησης της επιδότησης,
αδ) ποσό που αντιστοιχεί στο σαράντα τοις εκατό (40%) της συνολικής χορηγηθείσας επιδότησης δόσης, σε περίπτωση που εκπέσει από τη σύμβαση αναδιάρθρωσης κατά τον τέταρτο χρόνο χορήγησης της επιδότησης,
αε) ποσό που αντιστοιχεί στο είκοσι τοις εκατό (20%) της συνολικής χορηγηθείσας επιδότησης δόσης, σε περίπτωση που εκπέσει από τη σύμβαση αναδιάρθρωσης κατά τον πέμπτο χρόνο χορήγησης της επιδότησης.
β) Προκειμένου για δάνεια που παρουσίαζαν καθυστέρηση μεγαλύτερη των ενενήντα (90) ημερών κατά τον χρόνο υποβολής της αίτησης του άρθρου 8:
βα) ποσό που αντιστοιχεί στο εκατό τοις εκατό (100%) της συνολικής χορηγηθείσας επιδότησης δόσης, σε περίπτωση που εκπέσει από τη σύμβαση αναδιάρθρωσης κατά τον πρώτο και τον δεύτερο χρόνο χορήγησης της επιδότησης,
ββ) ποσό που αντιστοιχεί στο εβδομήντα πέντε τοις εκατό (75%) της συνολικής χορηγηθείσας επιδότησης δόσης, σε περίπτωση που εκπέσει από τη σύμβαση αναδιάρθρωσης κατά τον τρίτο χρόνο χορήγησης της επιδότησης,
βγ) ποσό που αντιστοιχεί στο πενήντα τοις εκατό (50%) της συνολικής χορηγηθείσας επιδότησης δόσης, σε περίπτωση που εκπέσει από τη σύμβαση αναδιάρθρωσης κατά τον τέταρτο χρόνο χορήγησης της επιδότησης,
βδ) ποσό που αντιστοιχεί στο είκοσι πέντε τοις εκατό (25%) της συνολικής χορηγηθείσας επιδότησης δόσης, σε περίπτωση που εκπέσει από τη σύμβαση αναδιάρθρωσης κατά τον πέμπτο χρόνο χορήγησης της επιδότησης.
γ) Προκειμένου για δάνεια που παρουσίαζαν καθυστέρηση μεγαλύτερη των ενενήντα (90) ημερών και επιπλέον έχουν καταγγελθεί σε χρόνο όχι μεγαλύτερο του ενός (1) έτους προ της υποβολής της αίτησης του άρθρου 8, ανακτάται ποσό που αντιστοιχεί στο εκατό τοις εκατό (100%) της συνολικής χορηγηθείσας επιδότησης δόσης, σε περίπτωση που εκπέσει από τη σύμβαση αναδιάρθρωσης και για τα πέντε έτη χορήγησης της επιδότησης, καθώς και για ένα (1) έτος μετά τη λήξη της περιόδου καταβολής της επιδότησης δημοσίου.
Άρθρο 29
Ηλεκτρονική πλατφόρμα εξωδικαστικού μηχανισμού ρύθμισης οφειλών
Η διαδικασία εξωδικαστικής ρύθμισης οφειλών που περιγράφεται στον παρόντα νόμο διεξάγεται μέσω ψηφιακής πλατφόρμας ηλεκτρονικής υποβολής και διαχείρισης αιτήσεων, που αναπτύσσεται από τη Γενική Γραμματεία Πληροφοριακών Συστημάτων Δημόσιας Διοίκησης του Υπουργείου Ψηφιακής Διακυβέρνησης σε συνεργασία με την Ειδική Γραμματεία Διαχείρισης Ιδιωτικού Χρέους (Ε.Γ.Δ.Ι.Χ.), και στην οποία παρέχεται πρόσβαση μέσω της ιστοσελίδας της Ε.Γ.Δ.Ι.Χ. Η ηλεκτρονική πλατφόρμα έχει κυρίως τις παρακάτω λειτουργίες και εφαρμογές:
α) αυθεντικοποίηση των συμμετεχόντων στη διαδικασία μέσω των μοναδικών κωδικών-διαπιστευτηρίων της Γενικής Γραμματείας Πληροφοριακών Συστημάτων Δημόσιας Διοίκησης (Γ.Γ.Π.Σ.Δ.Δ.) του Υπουργείου Ψηφιακής Διακυβέρνησης,
β) υποβολή αίτησης υπαγωγής και συνοδευτικών εγγράφων σε ηλεκτρονική μορφή,
γ) πρόσβαση οφειλέτη και συμμετεχόντων πιστωτών στα στοιχεία που είναι διαθέσιμα μέσω της ηλεκτρονικής πλατφόρμας,
δ) σύστημα επικοινωνίας, κοινοποίησης και ανταλλαγής εγγράφων μεταξύ οφειλέτη και συμμετεχόντων πιστωτών,
ε) έκδοση πιστοποιημένων εγγράφων,
στ) υπολογιστικές εφαρμογές,
ζ) διασύνδεση ηλεκτρονικών και ψηφιακών αρχείων για τη διασταύρωση και την επαλήθευση στοιχείων,
η) παραγωγή στατιστικών αναφορών και εκθέσεων, οι οποίες αξιοποιούνται για τον σχεδιασμό της εθνικής στρατηγικής για τη διαχείριση του ιδιωτικού χρέους υπό την προϋπόθεση ψευδωνυμοποίησης των υποκειμένων των δεδομένων.
Άρθρο 30
Συνεργασία χρηματοδοτικών φορέων
1. Όταν περισσότεροι του ενός χρηματοδοτικοί φορείς έχουν ή διαχειρίζονται ληξιπρόθεσμες απαιτήσεις έναντι του ίδιου οφειλέτη, ως προς τον οποίον υπάρχουν επαρκείς ενδείξεις ότι βρίσκεται σε παρούσα ή επαπειλούμενη αδυναμία εκπλήρωσης των οικονομικών του υποχρεώσεων, αυτοί μπορεί να συνεργάζονται, προκειμένου να επεξεργαστούν και να υποβάλουν στον οφειλέτη κοινή πρόταση, με σκοπό την εξεύρεση βιώσιμης λύσης. Προς τον σκοπό τούτο, τα ανωτέρω πρόσωπα μπορούν να ανταλλάσσουν μεταξύ τους όσες πληροφορίες απαιτούνται, προκειμένου να αξιολογήσουν τη βιωσιμότητα της επιχείρησης του οφειλέτη και να διαμορφώσουν τους όρους της κοινής πρότασης, την οποία θα υποβάλουν, στο πλαίσιο του παρόντος κεφαλαίου.
2. Με την επιφύλαξη της τήρησης των όρων του ειδικού πλαισίου της παρ. 3, οι χρηματοδοτικοί φορείς μπορούν να ορίζουν από κοινού κανόνες που αφορούν τη συμμετοχή τους στις διαδικασίες του παρόντος κεφαλαίου, έχοντας και την υποχρέωση δημοσιοποίησής τους:
α) προϋποθέσεις εξέτασης ή/και αποδοχής αιτήσεων,
β) διαδικασία αυτοματοποιημένης επεξεργασίας στοιχείων,
γ) διαδικασία παραγωγής προτάσεων αναδιάρθρωσης οφειλών,
δ) τη θέση όρων αποδοχής, ενδεικτικά ότι η προσφορά είναι δεκτική αποδοχής μόνο συνολικά και όχι μόνο σε επί μέρους σημεία της,
ε) τον τρόπο και τα μέσα ενημέρωσης, συμπεριλαμβανομένης και της ηλεκτρονικής πλατφόρμας, των οφειλετών για τις διαδικασίες και όρους του παρόντος άρθρου,
στ) την έκδοση της πιστοποίησης της παρ. 2 του άρθρου 26, και
ζ) τη διαμόρφωση και χρήση εργαλείων έγκαιρης προειδοποίησης και μηχανισμών ειδοποίησης για την αποφυγή της αφερεγγυότητας των οφειλετών τους.
3. Οι όροι της παρ. 2 μπορεί να διαφοροποιούνται κατά είδος οφειλέτη, ενδεικτικά, ως προς φυσικά πρόσωπα των οποίων οι οφειλές δεν αφορούν εμπορική, επαγγελματική ή επιχειρηματική δραστηριότητα ή την εγγύηση πρωτοφειλών ή συνοφειλών που αφορούν μια ή περισσότερες από τις δραστηριότητες αυτές, και ως προς επιχειρήσεις ανάλογα με το μέγεθός τους ή το ύψος των οφειλών τους ανά φορέα ή και συνολικά.